Αρχιτέκτονας-Συγγραφέας

Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021

Ο ΡΩΣΣΑΓΓΛΟΓΑΛΛΟΣ Ποιά κατάσταση επικρατούσε στην προεπαναστατική Ελλάδα προ του 1821 και ποιες ήταν οι αιτίες που οι υπόδουλοι ΄Ελληνες στους Τούρκους τυράννους άρπαξαν τα όπλα και βγήκαν στα βουνά να αγωνιστούν για την ελευθερία περιγράφει ένα κείμενο του 1812 με τον τίτλο " Ο Ρωσσαγγλογάλλος" που δεν είναι και τόσο γνωστό. Και δεν είναι και τόσο γνωστό γιατί απλά αναφέρει όλες τις αιτίες που Ελλάδα του υπέροχου Αρχαίου Πολιτισμού οδηγήθηκε κυριολεκτικά στον αφανισμό από την σύμπραξη εχθρών και "φίλων" εναντίον της επί 400 σχεδόν χρόνια. Το ανώνυμο κείμενο " Ο Ρωσσαγγλογάλλος" ουσιαστικά είναι μία σάτιρα με κοινωνικές και ηθικές προεκτάσεις που περιλαμβάνει μία συνομιλία ενός ξένου περιηγητή στη σκλαβωμένη και σε κατάσταση εξαθλίωσης Ελλάδα που ονομάζεται "Ρωσσαγγλογάλλος" με ένα πρόσωπο που ονομάζεται "Φιλέλληνας" που μπορεί να είναι ένας πραγματικός φίλος της Ελλάδας ή ακόμα και ένας υπόδουλος ΄Ελληνας που όμως γνωρίζει καθώς φαίνεται καλά την ιστορία. Ο Ρωσσαγγλογάλος ρωτά τον Φιλέλληνα να μάθει (λες και δεν τις ξέρει) ποιες είναι οι βασικές αιτίες για την άθλια κατάσταση της Ελλάδας και αυτός απαντά. ΄Ομως το ερώτημα είναι υποκριτικό καθώς δεν ενδιαφέρεται ουσιαστικά για την τύχη της... Οι 37 πρώτοι στίχοι αυτού του ιστορικού κειμένου που αν και εμφανίζεται να είναι διατυπωμένο με απλοϊκή φρασεολογία είναι στην ουσία ένα επαναστατικό κείμενο που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα δέκα περίπου χρόνια προ του μεγάλου ξεσηκωμού, αναφέρουν τα ακόλουθα : ΟΛΟΙ Ειπέ μας, ω φιλέλληνα, πώς φέρτε* την σκλαβίαν και την απαρηγόρητον των Τούρκων τυραννίαν; Πώς τες ξυλιές και υβρισμούς και σιδηροδεσμίαν*, παίδων, παρθένων, γυναικών ανήκουστον φθορίαν*; Πώς δε τον καθημερινόν των συγγενών σας φόνον, τον άδικον, αναίτιον και χωρίς τινα πόνον; Δεν είσθ' εσείς απόγονοι εκείνων των Ελλήνων, των ελευθέρων, των σοφών και των φιλοπατρίδων; Και πώς εκείνοι απέθνησκον διά την ελευθερίαν, και τώρα εσείς υπόκεισθε εις τέτοιαν τυραννίαν; Και ποίον γένος, ως εσείς, εστάθη φωτισμένον εις την σοφίαν, δύναμιν, κι εις όλα ξακουσμένον; Πώς νυν εκαταστήσατε την λάμπουσαν Ελλάδα! Βαβαί! ως ένα σκέλεθρον*, ως σκοτεινήν παστάδα*! Oμίλει, φίλτατε Γραικέ, ειπέ μας την αιτίαν· μη κρύψης τίποτες ημών, λύε την απορίαν. O ΦΙΛΕΛΛΗΝ Ρωσσαγγλογάλλοι, Ελλάς, και όχι άλλη, ήτον, ως λέτε, τόσον μεγάλη. Νυν δε αθλία και αναξία, επειδή άρχει η αμαθία. Όσ' ημπορούσι να την ξυπνούσι, τούτ' εις το χείρον* την οδηγούσι. Αυτή στενάζει, τα τέκνα κράζει, στο να προκόπτουν όλα προστάζει. Και τότ' ελπίζει ότι κερδίζει· εκείν' οπού 'χει νυν την φλογίζει. Μα τις τολμήσει μ' αληθή κλίσι* σ' ελευθερίαν να την κινήση; Όστις τολμήση να την ξυπνήση πάγει στον Άδη* χωρίς τινα κρίσιν*. (Σημ. Στην εικόνα χαλκογραφία που παριστάνει την πληγωμένη Ελλάδα από τους βάρβαρους τυράννους με λυτούς της κεφαλής τους πλο0κάμους , ανυπόδητος και σχεδόν γυμνή . Από το "Σάλπισμα Πολεμιστήριον" του Κοραή (1801)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου